Στην παλίνδρομη κύηση πραγματοποιείται διακοπή της ανάπτυξης του εμβρύου. Η εξέλιξη της εγκυμοσύνης σταματάει, ενώ το νεκρό έμβρυο παραμένει στη μήτρα και αφαιρείται από το γιατρό με χειρουργική επέμβαση.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, η λειτουργία του πλακούντα διατηρείται για μικρό χρονικό διάστημα.
Τα αίτια της παλίνδρομης κύησης είναι ποικίλα. Περιλαμβάνουν τις πιθανές γενετικές ή ανατομικές ανωμαλίες του εμβρύου, συγγενείς ανωμαλίες της μήτρας, συγγενείς λοιμώξεις και ανεπάρκεια τραχήλου. Μπορεί επίσης να οφείλεται σε εξωγενείς παράγοντες, όπως το άγχος, η κακή διατροφή, το κάπνισμα, το αλκοόλ, η ηλικία της μητέρας αλλά και κληρονομικές αιτίες. Σε πολλές περιπτώσεις η αιτία της παλίνδρομης κύησης δεν μπορεί να προσδιοριστεί.
Η παλίνδρομη κύηση δεν προκαλεί αιμορραγία ή πόνο. Τα μόνα συμπτώματα που μπορεί να παρατηρηθούν από τη γυναίκα είναι η υποχώρηση κάποιων συμπτωμάτων της εγκυμοσύνης, όπως οι ναυτίες και η διόγκωση του στήθους. Συνήθως συμβαίνει κατά το πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης. Σε γενικές γραμμές, περισσότερες από 80% των αποβολών συμβαίνουν κατά τις 12 πρώτες εβδομάδες της κύησης. Για τις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας, οι πιθανότητες αποβολής μπορεί κυμαίνονται από 10-25%.
Η ύπαρξη στο ιστορικό μιας παλίνδρομης κύησης δεν είναι ανησυχητική, εφόσον πρόκειται για μεμονωμένο περιστατικό. Ωστόσο, σε περίπτωση επανειλημμένων αποβολών, συνιστάται η διερεύνηση των αιτίων τους με την πραγματοποίηση περαιτέρω εξετάσεων.